- Ἀναδυομένης
- Ἀναδυομένηfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀναδυομένης — ἀναδύνω come to the top of the water pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρίσμα — I Στη γεωμετρία ονομάζεται έτσι κάθε στερεό, που περιορίζεται από τμήματα επιπέδων (έδρες) τέτοια, ώστε δύο από αυτά να είναι πολύγωνα ίσα μεταξύ τους, με τα επίπεδά τους παράλληλα (βάσεις) και τα άλλα παραλληλόγραμμα (παράπλευρες έδρες). Οι… … Dictionary of Greek
Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… … Dictionary of Greek
νεφελομετρία — η 1. (βιοχ.) μέθοδος ποσοτικού προσδιορισμού στοιχείων αιωρούμενων σε ένα υγρό με τη μέτρηση τής αναδυόμενης από το διάλυμα ακτινοβολίας προς διεύθυνση διαφορετική από τη διεύθυνση τής προσπίπτουσας ακτινοβολίας 2. (φυσ. τεχνολ.) μέτρηση τής… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek
ουράνιο τόξο ή ίρίδα — Οπτικό φαινόμενο, που οφείλεται στην ανάκλαση, διάθλαση και ανάλυση του ηλιακού φωτός από τις αιωρούμενες στην ατμόσφαιρα υδροσταγόνες της βροχής. Το φαινόμενο εκδηλώνεται με την εμφάνιση ομοκεντρικών κυκλικών τόξων, τα οποία έχουν τα χρώματα του … Dictionary of Greek